Επίσης γνωστή σαν ‘αλοιφή για το πέταγμα της μάγισσας’, πράσινη αλοιφή και μαγική αλοιφή, το παρασκέυασμα αυτό ήταν πράγματι μια παραισθησιογόνος κρέμα και λέγεται ότι χρησιμοποιούνταν στις μαγικές πρακτικές σε όλη την Ευρώπη κατά το Μεσαίωνα, αλλά και αργότερα.
Μια λιπαρή βάση χρησίμευε σαν διαλυτικό μέσο, προκειμένου να ενσωματωθούν τα ενεργά συστατικά μιας ποικιλίας φυτών (κυρίως τοξικών και με δηλητήριο), συνήθως είδη από τις οικογένειες Hyoscyameae, Datureae, Mandragoreae, Solanaceae που περιείχαν αλκαλοϊδή όπως η ατροπίνη, η hyoscyamine και η scopolamine.
Τα αλκαλοϊδή των βοτάνων αυτών εξάγονταν και αναδεικνύονταν καθώς θερμαίνονταν μέσα στη λυπαρή βάση. Τέτοια υλικά θα προκαλούσαν δηλητηρίαση και πιθανότατα θάνατο εάν προσλαμβάνονταν από το στόμα, όμως σε δοσολογίες που οι μυημένες μάγισσες γνώριζαν η αλοιφή απλωνόταν σε διάφορα καίρια σημεία του σώματος –και πάντα σε δέρμα δίχως αμοιχές- όπου τα επικίνδυνα συστατικά απορροφόνταν σιγά-σιγά μέσω της επιδερμικής οδού. Και είναι γνωστές οι παραισθησιογόνες ιδιότητες της Ατροπίνης όταν αυτή απορροφάται από το δέρμα.
Τυπικά συστατικά για τη θρυλική πλέον συνταγή συμπεριλάμβαναν κάποια από τα πιο ‘σκοτεινά’ φυτά της μαγικής βοτανολογίας: Atropa Βelladonna, Hyoscyamus niger, Scopolia carniolica, Datura stramonium και Μανδραγόρα. Ενώ χρησιμοποιούνταν επίσης και άλλα αλκαλοϊδή φυτά όπως το Conium maculatum , και το Aconitum napellus, ισχυρότατα δηλητήρια όλα τους. Τέλος κάποιες συνταγές αναφέρουν ακόμα ως συστατικά της μαγικής αλοιφής τόσο την Παπαρούνα, όσο και την Κάναβη.
Και για να δώσουμε ακόμα λίγο πιο τρομακτικές διαστάσεις στην παλαιά μαγική αυτή πρακτική λεγόταν ότι οι μάγισσες χρησιμοποιούσαν για την λιπαρή βάση της αλοιφής τους το λίπος των βρεφών, αλλά και αίμα από νυχτερίδες!
Στη σειρά Angel Eyes η λαϊκή μάγισσα Μάρα περιγράφεται να ετοιμάζει την μαγική της αλοιφή για να πετάξει, ή όπως αλλιώς λέγεται στο βιβλίο να πραγματοποιήσει ‘αστρική προβολή’. Και μάλιστα κατά τη διάρκεια των ετοιμασιών έχει δίπλα της την εγγονή της, τη μικρή ακόμα Αμόρια, και κατά κάποιο τρόπο τη διδάσκει την Τέχνη, μιλώντας σαν να λέει ένα παραμύθι που θα καταλάβαινε το παιδί:
«…Τραγουδάμε στις νεράιδες και τις καλοπιάνουμε, για να μας δώσουν τη μαγική τους σκόνη, που σε κάνει να πετάς σαν αυτές και σε μεταφέρει στον κόσμο τον άλλον για να βρεις τις απαντήσεις που γυρεύεις… Να, τραγουδάς στην κυρά μας την Σατίβα, την Παπάβερ και την Ντάτουρα, και σίγουρα στην όμορφη την Μπελαντόνα, και στον πρίγκηπα των ξωτικών το μαύρο Κύαμο, και στο μικρό μα δυνατό Ακόνιτο… Τους τραγουδάς και τους ζητάς λίγη μόνο απ’ την ουσία τους, και τρία βράδια στη σειρά μετά τους ταΐζεις με μέλι και ψωμί, για να τους καρδαμώσεις και πάλι, μη τυχόν και σου πεθάνουν, γιατί μεγάλο κρίμα θα ‘ναι τούτο και σίγουρα και τ’ άλλα ξωτικά θα σταματήσουν να σου μιλούν πια…»